- κρηπιδαίον
- κρηπιδαῑον και επιγρ. κρηπίδειον, τὸ (Α)η κρηπίδα, τα θεμέλια σπιτιού («τοῡ γείσου συντετελεσμένου καὶ τοῡ κρηπιδαίου», Λυσ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < κρηπίς, -ῖδος (Ι) + κατάλ. -αῖον (πρβλ. καλαμ-αίον, λιμν-αίον)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κρηπιδαῖον — basement of a house neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρηπιδαίου — κρηπιδαῖον basement of a house neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρηπίδα — Όρος της ωκεανογραφίας που περιγράφει την υποθαλάσσια ζώνη του βυθού των θαλασσών. Η θαλάσσια κ. φτάνει σε βάθος 200 μ. Η μορφή της επιφάνειας της ηπειρωτικής κ. οφείλεται κυρίως σε ενέργειες σημειούμενες σε περιόδους κατά τις οποίες η στάθμη της … Dictionary of Greek